Θέση - Όρια
Η Πρώτη είναι ένα από τα πιο παλιά, και ίσως το γραφικότερο χωριό της περιοχής Παγγαίου. Είναι χτισμένο στους πρόποδες του χρυσοφόρου βουνού και από τη βόρεια πλευρά του, σε υψόμετρο 310 μέτρα. Στα Νότιο-Δυτικά βρίσκεται το χωριό Ροδολίβος, στα Βόριο-Δυτικά το χωριό Αγγίστα και στα Βόριο-Ανατολικά η Νέα Μπάφρα.
Η παράδοση αναφέρει πως η ιστορική Πρώτη, στην αρχαιότητα ονομαζότανε «Κίασα» ή «Κίεσα», [όπως και η επαρχία Φυλλίδος της οποίας ήταν πρωτεύουσα (κατά τον Στ. Μερτζίδη «Αι χώραι του παρελθόντος» Αθήνα 1883)], μετά ονομάστηκε «εβδομίστα» από τα 70 σπίτια που είχε, επί τουρκοκρατίας ονομάσθηκε Κιούπκιοϊ. Κιούπκιοϊ είναι τουρκική ονομασία και σημαίνει χωριό των πιθαριών, από τα πολλά πιθάρια (κιούπια) που βρέθηκαν. Υπήρχαν κεραμοποιεία , γιατί το χώμα (αργιλούχο) προσφέρεται για τέτοιου είδους κατεργασία. Μετονομάστηκε σε Πρώτη το 1927. Το όνομα Πρώτη δόθηκε κατά μία εκδοχή από τη πριγκίπισσα Πρώτη, που είχε το θέρετρό της κοντά στον οικισμό. Μια άλλη εκδοχή από τη πρώτη στάση του Μ. Αλεξάνδρου (στα μεταλλεία χρυσού) σε κάποια εκστρατεία του, ή από το γεγονός ότι είναι από τα πιο σύγχρονα χωριά της περιοχής και πρωτοστατεί σε πολλά, γι΄αυτό και το ονόμασαν "Πρώτη". Τα ονόματα του χωριού κατά χρονολογική σειρά από την αρχαιότητα έως σήμερα είναι : Κίασα ή Κίεσα, Δόβηρος, Εβδομίστα, Κιούπ-Κιόϊ, Πυθία, Πρώτη. (Κοντά στις ρίζες των Ελλήνων, το Παγγαίο μέσα στην ιστορία-Φώτης Σκαλίδης σελ.71).Το έτος 1925 ιδρύεται ο Σύλλογος Φιλομούσων "η Πρόοδος" . Το έτος 1926-27 ιδρύεται ο Γυμναστικός Σύλλογος "’ρης ". Το έτος 1919 ιδρύεται ο Γεωργικός Πιστωτικός Συνεταιρισμός Πρώτης "το Παγγαίον" .
Πάνω ακριβώς από την Πρώτη στο Παγγαίο, βρίσκεται το μοναστήρι της "Θείας Αναλήψεώς", με μεγάλη ιστορία και δράση. Εύκολα μπορεί να το επισκεφθεί και το θαυμάσει ο κάθε πιστός, αφού απέχει μόνο 7 χλμ. από την Πρώτη και συνδέεται με ασφαλτόδρομο.
Η ιστορία του χωριού και του λαού του ξεκινά από τα βάθη των αιώνων και οι σημερινοί κάτοικοι είναι απόγονοι των αρχαίων Ηδωνών, (Θρακική φυλή). Λαός πολεμικός (ήταν από τους λίγους λαούς που ξέφυγαν την αιχμαλωσία από τους Πέρσες κατά την εκστρατεία του Μεγάβαζου), προοδευτικός και με πολιτισμό σε μεγάλο βαθμό αναπτυγμένο.( Ηρόδοτος, πληροφορίες περί Αμφιπόλεως και περιοχής.)
Στην αρχαιότητα κατά τους χρόνους της Αθηναικής και Σπαρτιατικής κυριαρχίας, όπως και αργότερα κατά τα χρόνια της Μακεδονικής, υπήρξε σημαντικό πολεμικό κέντρο. Στην απόλυτη δε δικαιοδοσία του υπαγόταν τότε τα περίφημα , όπως αναφέρει η ιστορία, μεταλλεία του Παγγαίου από τα οποία , τόσο ο Φίλιππος όσο και ο γιος του ο Μ. Αλέξανδρος, έβγαζαν χρυσό και άργυρο. Στο Παγγαίο βρίσκονται βαθιές στοές οι οποίες μαρτυρούν τη θέση και την ύπαρξη των μεταλλείων αυτών.
Στις αρχές τα μεταλλεία τα εκμεταλλεύονταν οι κάτοικοι του χωριού και της περιοχής Ηδωνοί. Τα δε προϊόντα τους τα εκμεταλλευόταν η Αμφίπολη κόβοντας χρυσά και αργυρά νομίσματα, αυξάνοντας έτσι την κυριαρχία της και τη δύναμή της στην περιοχή.
Μετά την άλωση όμως της Αμφίπολης από το Φίλιππο το Μακεδόνα , η οποία έγινε το 357 π.χ. άρχισε σε συστηματικότερη εκμετάλλευση, διότι διέθετε χιλιάδες δούλους γι' αυτό το σκοπό. Μετά το θάνατο του Φιλίππου τα μεταλλεία ανέλαβε ο Μ. Αλέξανδρος ο οποίος οργάνωσε καλύτερα την εκμετάλλευση τους, με αποτέλεσμα τα αποθέματα του χρυσού και του αργύρου να ανέλθουν σε σημαντικά ποσά και να διαθέτονται για την κοπή χρυσών και αργυρών νομισμάτων, με τα οποία μπορούσε να οργανώνει μεγάλες εκστρατείες .Ενώ λοιπόν ο Μ. Αλέξανδρος πολεμούσε στην Ασία, τα μεταλλεία του Παγγαίου του προμήθευαν την κινητήρια δύναμη. Μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου και για πολλά χρόνια αργότερα, τα εκμεταλλεύονταν οι επίγονοι. Κατά την Αλεξανδρινή εποχή, ο πολεμικός αλλά και πλούσιος λαός της περιοχής, έγινε σύμμαχος του ένδοξου στρατηλάτη και τον βοηθούσε πάρα πολύ με τους τολμηρούς και διαλεχτούς αξιωματούχους του, σε όλες τις μάχες εναντίον των βάρβαρων λαών.
Ο λαός της περιοχής ήταν πάντοτε σύμμαχος με τους γειτονικούς λαούς των Οδομανών (Σερραίων), των Βισαλτών (Νιγριτινών), των Ηδωνών (Αμφιπολιτών) και έκανε σκληρούς αμυντικούς πολέμους κατά των Ρωμαίων κατακτητών, που κράτησαν μέχρι το έτος 148 μ.χ. όταν νικήθηκαν μαζί με τους συμμάχους τους από το Ρωμαίο στρατηγό Μέτελλο, για να γίνει από τότε και πολλά χρόνια, μαζί με την άλλη Μακεδονία , Ρωμαϊκή επαρχία. Η Ρωμαϊκή κυριαρχία κράτησε μέχρι το έτος 262 μ.χ. οπότε ολόκληρη η Μακεδονία και η σημερινή περιοχή του Νομού Σερρών κατακτήθηκαν από τους Ερούλους ( Γότθους ). Αλλά οι Γότθοι κατά το έτος 267 μ.χ. νικήθηκαν κοντά στη σημερινή Χρυσούπολη της Καβάλας και έτσι η περιοχή ολόκληρη που τόσο αγωνίσθηκε σκληρά , βρέθηκε πάλι κάτω από το Ρωμαϊκό ζυγό αφού υπέκυψε στο στρατηγό των Ρωμαίων Πόμπλιο Δέξιππο. Οι Γότθοι μετά απ΄αυτό την εγκατέλειψαν και έφυγαν. Έτσι η Μακεδονία, ξαναγίνεται ρωμαϊκή επαρχία, για να γίνει στη συνέχεια βυζαντινή.
Αργότερα κατά τους χρόνους της βυζαντινής αυτοκρατορίας παρουσιάζεται ο τσάρος της Βουλγαρίας Σαμουήλ, ο οποίος κατά το έτος 986 μ.χ. την κυριεύει. Μετά από 32 χρόνια δηλ. το έτος 1018 ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου, Βασίλειος ο Β' ο Βουλγαραροκτόνος, νικά τους Βουλγάρους κοντά Κλειδί, το
σημερινό Σιδηρόκαστρο, και ελευθερώνει τη Μακεδονία και μαζί και την Πρώτη, την ένδοξη περιοχή των Ηδονών.
Μετά από 2 αιώνες ησυχίας και ειρήνης , δηλ. το έτος 1204, η Μακεδονία πέφτει στα χέρια των Σταυροφόρων, για να τη διατηρήσουν μέχρι το έτος 1261 μ.χ. Τους έδιωξε από την περιοχή ο Αυτοκράτορας της Νίκαιας ο Μιχαήλ ο Η' ο Παλαιολόγος, ύστερα από σφοδρές μάχες.
Η Μακεδονία και η περιοχή έμεινε στην κυριαρχία των Βυζαντινών μέχρι το 1430, για να πέσει στη συνέχεια στα χέρια των Μουσουλμάνων. Πέντε περίπου αιώνες δια τηρήθηκε ο ζυγός των Μουσουλμάνων επί της Μακεδονίας και κατά τη διάρκεια του οι γενναίοι και πολεμικοί Ηδωνοί, αλλά και οι γύρω λαοί, διατήρησαν με θαυμάσιο τρόπο τη γλώσσα τους τη θρησκεία τους, την εθνικότητά τους, τα ήθη τα έθιμα τους ,τον πολιτισμό τους, την πολεμικότητα τους. Το μαρτυρούν άλλως τε και οι γενναίοι απελευθερωτικοί αγώνες τους, αγώνες που δικαίωσαν περίτρανα τη φήμη του πολεμικού λαού των προγόνων τους, φήμη η οποία διατηρείται αμείωτη και τώρα στην περιοχή του Παγγαίου.
Απελευθερωτικοί αγώνες.
Από το έτος 1710 που άρχισαν τα διάφορα απελευθερωτικά κινήματα, πολλές συγκρούσεις έγιναν και στην περιοχή Παγγαίου εναντίον των Τούρκων πρώτο και εναντίον των βουλγάρων μετά. Οι Βούλγαροι πάντα ζητούσαν μια έξοδο προς το Αιγαίο γι αυτό υποφθαλμιούσαν και την περιοχή αυτή. Εστελναν λοιπόν πολλούς δικούς τους να δημιουργήσουν οικογένειες εδώ για να έχουν τάχα δίκιο όταν μιλούσαν για το Μακεδονικό ζήτημα .Βλέποντας οι Έλληνες την επικίνδυνη αυτή δραστηριότητα για διείσδυση των Βουλγάρων στην περιοχή , άρχισαν να οργανώνουν τους απελευθερωτικούς αγώνες τους κατά των Τούρκων και κατά της απομακρύνσεως των Βουλγάρων. Πολλοί κάτοικοι της Πρώτης αλλά και γενικά της περιοχής , έλαβαν μέρος στους απελευθερωτικούς αυτούς αγώνες " πιάνοντας " το καριοφίλι και τα βουνά και πολλοί είναι εκείνοι που έδωσαν την ζωή τους για την ελευθερία. Ο αγώνας κατά των Τούρκων έγινε σιγά σιγά αγώνας κατά των βουλγάρων. Δημιουργείται το λεγόμενο " Ανατολικό ζήτημα " και στη συνέχεια ο Μακεδονικός αγώνας στον οποίο έδωσαν το παρών οι κάτοικοι. Πολλοί μακεδονομάχοι έδωσαν τη ζωή τους για την απολευθέρωση της πατρίδας τους.
Οι Τούρκοι κατά τα 500 χρόνια της σκλαβιάς δεν μπόρεσαν να επιδράσουν επί των κατοίκων που παρέμειναν αγνοί , τόσο εθνικά και γλωσσικά, όσο και θρησκευτικά. Οι ελάχιστοι Τούρκοι που εγκαταστάθηκαν εδώ, είχαν απομονωθεί. Η ζωή του χωριού κυλούσε κανονικά ακολουθώντας την πορεία των 3000 χιλιάδων χρόνων της.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά τα δεινά που πέρασε η περιοχή , ήρθε και ο Ελληνοιταλικός πόλεμος του 1940 με την κατοχή από τους Βουλγάρους και την εθνική αντίσταση των κατοίκων. Αμέσως μετά την κατάρρευση των οχυρών του Ρούπελ, πολλοί κάτοικοι πήραν τα όπλα και ανέβηκαν στο Παγγαίο και στα γύρω βουνά για να κάνουν την αντίστασή τους κατά των κατακτητών. Και σ' αυτή την υπόθεση πολλοί έδωσαν τη ζωή τους. Και μετά από 4 χρόνια ήρθε η ποθητή ελευθερία.